ὑποθεῖναι
ὑπόθεμα
Neuter
 SingularPlural
NOMὑπόθεμαὑποθέματα
GENὑποθέματοςὑποθεμάτων
DATὑποθέματιὑποθέμασι(ν)
ACCὑπόθεμαὑποθέματα
ὑποθέματα
ὑποθεμένου
ὑπόθες
ὑποθέσεως
ὑπόθεσις
Feminine Noun
 SingularPlural
NOMὑπόθεσιςὑποθέσεις
GENὑποθέσεωςὑποθέσεων
DATὑποθέσειὑποθέσεσι(ν)
ACCὑπόθεσι(ν)ὑποθέσεις
ὑπόθετε
ὑποθήσεις